Πετροχελίδονο, Σταχτάρα (Apus apus)
Το Πετροχελίδονο είναι σκούρο καφέ αλλά όταν πετά στον ουρανό φαίνεται μαύρο, η ίριδα είναι σκούρα καφέ. Το μικρό μαύρο ράμφος είναι ελαφρώς κυρτό προς τα κάτω. Έχει μακριά φτερά σε σχήμα δρεπανιού και κοντή διχαλωτή ουρά. Μπορεί κανείς να το περάσει για χελιδόνι αλλά τα Πετροχελίδονα δεν κάμπτουν τα φτερά τους όταν πετούν. Επίσης είναι αδύνατον να τα δει κανείς να προσγειώνονται – οι φωλιές τους είναι καλά κρυμμένες κάτω από σκεπές και μπαινοβγαίνουν σε αυτές πετώντας πολύ γρήγορα.Please install Adobe Flash Player
Οικογένεια: Αποδίδαι (Apodidae) | Γένος: Άπους (Apus)
Τα Πετροχελίδονα δεν κουρνιάζουν όπως τα χελιδόνια. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει σμήνη να πετούν με μεγάλη ταχύτητα φωνάζοντας ανάμεσα σε στέγες και σπίτια, κυρίως σε πόλεις και κωμοπόλεις, συνήθως κατά το δείλι. Το Πετροχελίδονο είναι υπέροχο στο πέταγμα του. Περνά σχεδόν ολόκληρη τη ζωή του πετώντας. Προσγειώνεται μόνο για να αναπαραχθεί – πετά ακόμα και όταν κοιμάται!
Παρατηρούνται πιο συχνά σε κατοικημένες περιοχές όπου φωλιάζουν σε ρωγμές, τρύπες εξαερισμού, σε απότομους βράχους, σε κτίρια πόλεων και πάνω σε τοίχους.
Είναι πολύ σύνηθες πουλί στις πόλεις ενώ δεν ζούνε συχνά σε γεωργικές περιοχές.
Πώς διαφέρουν από τα Χελιδόνια;
Το Πετροχελίδονο είναι πιο μεγάλο από το Χελιδόνι. Έχει πιο μακριά φτερά σε σχήμα δρεπανιού και κοντή διχαλωτή ουρά. Τα Πετροχελιδόνια δεν κάμπτουν τα φτερά τους όταν πετούνε και έχουν κοντή διχαλωτή ουρά.
Ο σχηματισμός της πτήσης τους είναι ένα μανιώδες χτύπημα των φτερών τους για περίπου ένα λεπτό και μετά ένα διαρκές “γλύστρημα” ή πλεύση. Όταν πετούν κόντρα στον άνεμο τα πουλιά αυτά φαίνονται ακίνητα.
Αναπαραγωγή: Φωλιάζουν σε ρωγμές, τρύπες εξαερισμού και ορισμένες φορές σε ειδικά κουτιά-φωλιές που κατασκευάζουν οι άνθρωποι. Οι φωλιές τους είναι φτιαγμένες από φτερά, κομματάκια χόρτου και σπόρων, τα οποία έχουν όλα συλλεχθεί κατά τη διάρκεια της πτήσης τους. Φτιάχνουν τις φωλιές τους χρησιμοποιώντας το κολώδες σάλιο τους. Τα ζεύγη είναι μαζί για πολλά χρόνια και χρησιμοποιούν την ίδια φωλιά κάθε χρόνο. Το αρσενικό και το θηλυκό εκκολάπτουν τα αυγά για 20 μέρες και οι δύο γονείς ανατρέφουν τους νεοσσούς μέχρι να μπορούν να πετάξουν, όταν είναι πια 50-70 ημερών. Τα νεαρά πουλιά μπορούν να αναπαραχθούν σε ηλικία 2-3 χρονών.
Διανομή και ενδιαίτημα: Η Κοινή σταχτάρα είναι διακορπισμένη σε ολόκληρη την Ευρώπη (εκτός από την Ισλανδία) και τη Μέση Ανατολή κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Κατοικεί στο Ηνωμένο βασίλειο από τον Απρίλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο. Είναι κοινά πουλιά και ο πληθυσμός τους είναι αρκετά σταθερός στην Ευρώπη, παρόλο που έχει μειωθεί σε κάποιες χώρες τα τελευταία χρόνια. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οποιαδήποτε καταστροφή προκληθεί στο περιβάλλον τους και τον φυσικό τους περίγυρο μπορεί να τα εξαφανίσει από την ήπειρο μας. Επιστρέφουν στη νότιο Αφρική για τον χειμώνα.
Τα Πετροχελίδονα ζουν σε θερμά κλίματα προκειμένου να βρίσκουν ιπτάμενα έντομα για την τροφή τους, έτσι περνούν μόνο τρεις μήνες στη βόρειο Ευρώπη κάθε χρόνο. Καταφθάνουν από την κεντρική Αφρική στις αρχές Μαΐου (στις αρχές Μαρτίου στην Κύπρο). Στην Ελλάδα, η Σταχτάρα είναι ένα από τα πιο κοινά καλοκαιρινά πουλιά. Κατανέμεται στην ενδοχώρα αλλά και σε πολλά νησιά.
Πόλεις και χωριά έιναι το επιθυμητό περιβάλλον για αυτά τα πουλιά αφού οι παλιές σκεπές των σπιτιών παρέχουν τις ιδανικές συνθήκες για να χτίσουν τις φωλιές τους.
Ξεκινούν το ταξίδι της επιστροφής στα μέσα Ιουλίου, πριν οι νύχτες γίνουν πολύ κρύες. Δεν μπορούν να κουρνιάσουν τις νύχτες κατά το ταξίδι όπως τα χελιδόνια κι έτσι ταξιδεύουν γρήγορα. Τα νεαρά τελικώς ανεξαρτητοποιούνται με το που εγκαταλείπουν την φωλιά και αμέσως ξεκινούν την μετανάστευση τους.
Μέχρι τα μέσα Αυγούστου τα περισσότερα Πετροχελίδονα έχουν φτάσει στην κεντρική Αφρική σε χώρες όπως η Ταζμανία, η Κένυα και η Ζιμπάμπουε. Δεν περνούν όλο τον χειμώνα σε ένα σημείο αλλά ταξιδεύουν ανάλογα με την ύπαρξη τροφής και τις καιρικές συνθήκες.
Διατροφή: Οι Lack και Owen (1955) γράφουν για το πως τα ομοιόπτερα και τα δίπτερα έιναι η κοινή τροφή της Σταχτάρας και επιπλέον κάποια έντομα όπως υμενόπτερα και κολεόπτερα τα οποία πιάνουν πετώντας με το ανοιχτό ράμφος τους.
Η μοναδική στιγμή που ακουμπά στο έδαφος είναι για την αναπαραγωγή της και συνήθως προσκολλάται στην πλευρά κάποιου τοίχου, ψάχνοντας τρύπα να δημιουργήσει τη φωλιά της, αφού τα πόδια της δεν ενδείκνυνται για περπάτημα.
Οι ανώριμες Σταχτάρες χρειάζονται περίπου τρία χρόνια ψηλά πριν αρχίσουν να αναπαράγωνται.
Τα Πετροχελιδόνια δεν κάμπτουν τα φτερά τους όταν πετούνε σε αντίθεση με τα χελιδόνια, δεν κουρνιάζουν και έχουν κοντή διχαλωτή ουρά. Επίσης είναι αδύνατον να τα δει κανείς να προσγειώνονται, γιατί οι φωλιές τους είναι καλά κρυμμένες και μπαινοβγαίνουν σε αυτές πετώντας πολύ γρήγορα.
Έχουν επίσης ασυνήθιστα μακρά ζωή και ικανότητα επιβίωσης – ορισμένα ζούνε μέχρι και 21 χρόνια! Ετσι το κάθε άτομο μπορεί να πετάξει πάνω από ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Εχθροί τους είναι τα διάφορα αρπακτικά. Η ευκινησία τους τους επιτρέπει να ξεφεύγουν εύκολα από τα μεγαλύτερα αρπακτικά πουλιά που τρέφονται από αυτά. Μεταξύ αυτών των αρπακτικών πουλιών συγκαταλέγονται το Ξεφτέρι(Falco subbuteo), το Τσιχλογέρακο (Accipiter nisus) και η Γερακίνα (Buteo buteo).
Ο ευρωπαϊκός πληθυσμός εκτιμάται σε 4.000.000 - 4.900.000 πουλιά, ο παγκόσμιος πληθυσμός σε περίπου 25 εκατομμύρια πουλιά.